ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΛΟΚΥΡΗΣ – ΤΑ ΣΥΝΕΡΓΑ ΤΗΣ ΠΛΟΙΑΡΧΙΑΣ

ήτοι η άλλη όχθη του ΑΝΔΡΕΑ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΥ … Ώ υπερωκεάνιον τραγουδάς και πλέχεις θαρρώ πως τα ταξίδια μας συμπίμπτουν. το έξοχο αυτό επιφώνημα, μεγεθυνόμενο επ’ άπειρον φαίνεται να είναι ο ούριος άνεμος που διαπνέει το “πολλές φορές την νύχτα”. … ο εφευρέτης της μελαγχολίας μάς αποκαλύπτει που βρίσκεται ο δρόμος για τη σκοτεινή πόλη Άρμαλα…

ΜΑΡΙΑ ΤΟΠΑΛΗ – ΣΕΡΒΙΤΣΙΟ ΤΣΑΓΙΟΥ

ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΕΠΟΥΣ κάθε στιγμή απλώνει τα δίχτυα του ένα νικηφόρο παρόν και το κοιτάζουν με δέος άνθρωποι άλλων εποχών, περασμένων και μελλοντικών ΧΡΗΣΤΟΣ ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ, η γραμμή του Ορίζοντος, ΕΣΤΙΑ … γεμάτη σκόνη η Φθιώτιδα τούτο το καλοκαίρι κι αλλού πλημμύρες. σου γράφω αναπνέοντας το ξερό τοπίο. δε φαίνεται η θάλασσα, μα είναι κοντά. σ’ αγαπώ…

ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ – ADIEU

JAMES MERRILL (μια ανανέωση) χρησιμοποίησα κάθε τέχνασμα για να σε συγκινήσω, ψέματα, κόπωση, ακόμη κι αυτό το πάθος μα τώρα βλέπω μόνη λύση τον οριστικό χωρισμό. προσθέτω πως είμαι πρόθυμος να επωμισθώ την ευθύνη. συγκατανεύεις. ο φθινοπωρινός αέρας ξαφνικά δυναμώνει, αγριεύει ένα καθαρό βάζο με ξερά φύλλα δονείται ασταμάτητα. κοιτάζουμε αμίλητοι. όταν μιλάω και πάλι…

ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ – ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΜΑΚΡΥΝΟ…

την ώρα που μισάνοιγαν τα πρώτα ρόδα της αυγής ένα τραγούδι μακρυνό, στα πέρατα του δρόμου ήρθε και πέρασε σιγά, σα να μην άγγιξε στης γης απ’ το παράθυρό μου κ’ έτσι, όπως ξύπνησα με μιας, μεσ’ απ’ τον ύπνο το βαθύ σα μαγεμένος γύρισα στον ήχο το κεφάλι κ’ είπα πως ήταν η ψυχή…

ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ – ΑΝΙΔΕΟΓΡΑΜΜΑΤΑ

… στην τραπεζαρία δεν κάθεται κανένας στην είσοδο ακούω πατήματα κάποιος χτυπάει στην πόρτα ντανγκ-ντανγκ το ρολόι του τοίχου χτυπάει μεσάνυχτα – ώρα για να βγούνε τα φαντάσματα απ’ το παράθυρο βλέπω τον τρούλο της Αγίας Σοφίας στο βάθος σε κάποια απόσταση δυο κυπαρίσσια σκύβουν λυπημένα τα κεφάλια τους … σελ. 18 ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ 1996

ΜΑΡΙΓΩ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ – ΠΙΟ ΓΡΗΓΟΡΑ ΑΠ’ ΤΟ ΦΩΣ

ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΣΕΦΕΡΗ είδα τον Σεφέρη στον ύπνο μου να μ’ έχει αγκαλιά (στο μονόκλινο κρεβάτι μου) το πρόσωπό του μου ‘δινε κουράγιο ήταν χοντρούλης και αμίλητος φοβόμουν πως θα ξυπνήσει ο πατέρας μου και θα με πιάσει στα πράσα να κοιμάμαι μαζί του του ψιθύρισα τον πρώτο στίχο ενός ποιήματός μου: “καπνίζω…

ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ – ΠΟΥΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΥΘΟΥ

16. είναι τα βλέφαρά μου διάφανες αυλαίες όταν τανοίγω βλέπω εμπρός ό,τι κι αν τύχει όταν τα κλείνω βλέπω εμπρός μου ό,τι ποθώ σελ. 199 ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ – Ι.Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ ΚΑΙ ΣΙΑΣ Α.Ε. επιμέλεια ΣΠΥΡΟΣ ΚΟΚΚΙΝΗΣ ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΚΔΟΣΗ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΕΝΗ 1989